Πέμπτη 6 Μαρτίου 2008

H απουσία του Γιώργου Χειμωνά



ΜΙΚΡΟΣ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΧΕΙΜΩΝΑ *

Γιώργο ,
σε σαράντα εννιά ημέρες σημειώνουμε έξι χρόνια από τότε που έφυγες . Μια αναχώρηση με λάθος απογείωση. Ηθελες να φύγεις από την πόλη που γεννήθηκες, την Καβάλα , μια μέρα με χιόνι , φωτοχυσία και κρύο .
Εφυγες από το αινιγματικό Παρίσι .
Καθόμαστε με την απουσία σου .
Τόσο εκκωφαντική .
Μας λείπει ο κήρυκας, μας λείπει ο υποβλητικός λόγος, ο τρόπος που μας μάθαινες να βλέπουμε και να ερμηνεύουμε τα πράγματα ,μάλλον μας έδειχνες, γιατί ποτέ δεν σου άρεσε να μαθαίνεις.
Μας λείπει ο ερμητικός σου τρόπος να συναντάς την πραγματικότητα , οι χρησμοί σου .
Σκέφτομαι πως συντηρείται η μνήμη σου , με τι υλικά την τρέφω και δεν έχει καεί από το χρόνο . Από τι απαρτιζόταν αυτό το τόσο σκληρό ,αλλά και εύθραυστο συνάμα , που ανέδινες, σκληρό και μαγικό , ελλειπτικό και συμπαντικό , μοναχικό ,αλλά και αγαπητικό. Μια λεπίδα ήσουν για μένα που λείαινε και πετούσε άχρηστες πληροφορίες , λέξεις , βερμπαλισμούς , data ή και ό,τι για χρόνια συσσώρευε η γνώση και η κουλτούρα της μόδας . Μας ξαναγύριζες στις πηγές ,εκεί απ’ όπου αρδευόσουν κι ο ίδιος για χρόνια . Στο διαχρονικό . Ηξερες καλά να συνθέτεις και να κρατάς αυτό που επιβίωνε , αυτό που θα άντεχε στο χρόνο .
Γιώργο ,
ήσουν ο δάσκαλος , που δεν βρήκε κανένα μιμητή , ο τεχνίτης που δεν έθρεψε καμιά σχολή. Ησουν η ουράνια τροφή που ενσταλάζει ακόμη και σήμερα μέσα μας επιρροές που κουβαλούν ατόφιο το έργο σου. Ησουν η γραφή που πονά και γδέρνει , ήσουν το υνί που έσκαβε , η τραχιά παρειά που δεν χαριζόταν . Ακούω την εύγλωττη βουβαμάρα σου να χτίζει τελετουργικά τον κόσμο από την αρχή , τους νέους να έρχονται από μακριά , τις φυλές να κινούνται στο βάθος του χρόνου , να μιλούν οι άλλοι κι εσύ να υποχωρείς , να γίνεσαι εσύ το έργο . Κι όμως εγώ σε βλέπω τόσο ζωντανό και δεμένο ακατάλυτα με το ίδιο σου το έργο , σε μια αγαστή ενότητα , σε μια διαρκή συνομιλία .
Γιώργο ,
περιφέρεσαι στους στενούς λαϊκούς δρόμους έρημους δρόμους της Καβάλας και της Θεσσαλονίκης . Γεμάτοι λάσπη, νερά της βροχής , σιωπή και ερημιά Ξαφνικά ν’ ανοίγει μια αυλόπορτα και να χυμάει έξω……η μοναξιά του ποιητή, που δεν έχει φίλους . Ούτε καν εχθρούς . Εχει πολλούς που τον αγαπούν ,όμως, όταν το μαθαίνει , είναι πολύ αργά . Ενώ πρέπει να ξέρουν , τον αφήνουν να ψοφήσει σαν σκυλί Ο συγγραφέας δεν μπορεί να αντέξει την μοναξιά Αμείβει πλουσιοπάροχα εκείνους που τυχαίνει να τον πλησιάσουν , μόνο για να τους βλέπει , να σταθούν λίγο για να τους δει . Οταν του κάνουν αυτήν την χάρη , τους την ανταποδίδρι ηγεμονικά -«τους χαρίζει όλους τους πύργους του». Ο συγγραφέας δεν αγαπάει , ευγνωμονεί .»
Τι σήμαινε για σένα το ευγνωμονεί το νιώσαμε καλά εμείς η παρέα της Καβάλας . Το είδαμε στο βλέμμα σου , που ήταν μια ακτινογραφία ψυχής που εισχωρούσε στα μύχια και αποκάλυπτε το βαθύτερο σκοπό τους .Ποτέ μετά την επαφή με εσένα δεν θα ήμασταν ίδιοι, δεν θα βλέπαμε την ζωή με το ίδιο βλέμμα .
Γιώργο ,
μπροστά στα πεζά σου αγχώνομαι με την συμπυκνωμένη δύναμη , που κρύβουν. Ακόμη ζεματούν τα χέρια μου οι λέξεις σου . Διαβάζω λίγο , σταματώ , συνεχίζω ,επανέρχομαι αργά . Χώνομαι μέσα τους και σε συναντώ ατόφιο . Ποτέ δεν συνδέθηκε τόσο ακατάλυτα άνθρωπος και έργο ,όπως στην δική σου περίπτωση .
Λέω να γράψω για σένα και το έργο σου , θέλω να σου μιλήσω , χρόνια σου μιλώ και είμαι ακόμη στο γράμμα Α , τόσα χρόνια ακόμη στο άλφα . Καθηλωμένος .
Πότε θα προλάβω άραγε ;


*Διαβάστηκε στην εκδήλωση-παρουσίαση του τόμου με τα «Πεζογραφήματα» του Γιώργου Χειμωνά τον Ιανουάριο του 2006 στο θέατρο Παλλάς .

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα