Τετάρτη 5 Μαρτίου 2008

Συνέντευξη με τη Ρέα Γαλανάκη

ΡΕΑ ΓΑΛΑΝΑΚΗ

«Οι περιφέρειες της Ελλάδας έχουν ισχυρές μυθολογίες και ισχυρά φαντάσματα».

Μια συνομιλία με τον Κοσμά Χαρπαντίδη .

Το μυστήριο του βορειοελλαδικού χώρου με το λυμένο , το γονατισμένο του φως και τις ομίχλες αναδίνεται με ηρεμία στην πεδιάδα των Φιλίππων . « Η υγρασία του Ταρκόφσκι παρούσα» επισημαίνει η Ρέα Γαλανάκη , που επισκέπτεται πρώτη φορά το τοπίο « αυτή η υγρασία που σε συνδέει με έναν ευρύτερο χώρο με την Ευρώπη , την φύση των Βαλκανίων» συνεχίζει καθώς περπατούμε στα ίχνη της Λυδίας και του Παύλου ,ενώ το Παγγαίο και η λάσπη των Φιλίππων χάνονται στο σύθαμπο. Αρχίσαμε την επαφή μας με ιστορία και μείναμε σε αυτήν . Από την ξενάγηση του Ιμαρέτ και της Παλιάς Μουσικής μέχρι και των υπολοίπων Οθωμανικών ιχνών της πόλης ,από τους ήρωες της συγγραφέως μας μέχρι τα σημάδια του παρελθόντος . Η συζήτηση διανθίστηκε και με αναφορές στο σήμερα αφού η Ρέα Γαλανάκη δηλώνει πάντα παρούσα και με μια συνείδηση σε εγρήγορση , πάντα ετοιμοπόλεμη και αγωνιστική .
Μιλήσαμε πολύ κι όσα ακολουθούν είναι ένα μέρος μόνο. Οσο διαρκούσε η κουβέντα σχημάτισα την εντύπωση πως η Γαλανάκη έχει μπροστά της ακόμη πολύ δρόμο , πολύ πυκνότητα μέσα της και πως θα μας δώσει στο μέλλον κι άλλα δείγματα της υπέροχης γραφής της .

Κ.Χ. Αρχίσατε να γράφετε ιστορικό μυθιστόρημα σε μια εποχή, που αυτό ήταν σχετικά ανυπόληπτο .Κανείς από την γενιά της μεταπολίτευσης δεν τόλμησε να συναντηθεί μαζί του . Το είδος φάνταζε σαν μουσειακό είδος .
Ρ.Γ. Πιο πολύ με επηρέασε για να ασχοληθώ με το ιστορικό μυθιστόρημα η ιστορική αίσθηση του Καβάφη ,παρά το ιστορικό ελληνικό μυθιστόρημα αυτό καθ’ εαυτό . Δεν μελέτησα το ιστορικό μυθιστόρημα της γενιάς του 30 .Πιο πολύ με επηρέασε και τόνωσε την αίσθησή μου για την ιστορία το μυθιστόρημα «Τα απομνημονεύματα του Αδριανού» της Μαργκερίτ Γκιουρσενάρ.
Κ.Χ. Θα μπορούσε να διακρίνει ίχνη της στο στυλ σας και τον λόγο σας .
Ρ.Γ. Πιθανώς στην επεξεργασία του λόγου και η οποία ταίριαζε και με το θέμα . Στην δική μου περίπτωση με τον βίο του Ισμαήλ Φερίκ Πασά ο δικός μου ,επεξεργασμένος και αυστηρός θα έλεγα παράλληλα λόγος , ταίριαζε με το θέμα ,που ήταν μπαρόκ. Δηλαδή απαιτούσε το θέμα ένα κεκοσμημένο λόγο που θα ταίριαζε με τον αντίστοιχο της Γκιουρσενάρ.
Κ.Χ. Και με το πρώτο σας μυθιστόρημα καταφέρνετε να κάνετε αίσθηση και να κριθείτε θετικά . Αυτό σας έδωσε μεγάλη ευχαρίστηση.
Ρ.Γ. Και ακόμη μου δίνει αυτό το βιβλίο . Είναι ένα από τα ελάχιστα μυθιστορήματα που έχουν μεταφραστεί στα αραβικά και η μετάφραση αυτή κυκλοφόρησε από την μεγάλης κυκλοφορίας αραβική εφημερίδα Αλ Αχράμ . Μετά την δημοσίευση και την παρουσίασή του στην Αλεξάνδρεια και το Κάιρο ,βρέθηκαν οι απόγονοι του Ισμαήλ Φερίκ Πασά στην Αίγυπτο ,που τους αγνοούσαν όλοι στην Ελλάδα . Ετσι γνώρισα την πέμπτης γενεάς εγγονή του, που είναι καθηγήτρια Αγγλικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Καίρου και έχει σπουδάσει σε σπουδαία αγγλοσαξωνικά πανεπιστήμια . Της άρεσε πολύ το μυθιστόρημα , χάρηκε που έμαθε τις ρίζες της , υπερηφανεύθηκε που είχε πρόγονο Ελληνα και Ορθόδοξο(αν και η ίδια Μουσουλμάνα) κι άρχισε να μαθαίνει ελληνικά .
Κ.Χ. Ασχολείστε με ιστορικά θέματα που δεν είναι στο επίκεντρο της ιστορίας , είναι μάλλον περιφερειακά ,αλλά χαρακτηρίζουν την εποχή τους . Θα έλεγα με πρόσωπα δευτερεύοντα .
Ρ.Γ. Αυτό μ΄ αρέσει . Λειτουργεί σε αυτές τις περιπτώσεις η αριστερή μου συνείδηση ή μάλλον θα έλεγα καλλίτερα η ανθρωπιστική μου συνείδηση , η οποία με ωθεί να ταυτιστώ μέσα μου με τα πρόσωπα αυτά, τα ,ας τα χαρακτηρίσουμε , δευτερεύοντα . Αυτό το αίσθημα δικαιοσύνης με ωθεί να βλέπω και να συγκινούμαι από τις ανθρώπινες περιπέτειες που δεν καταγράφηκαν και με κάνει να θέλω να δοθεί ο λόγος σε ανθρώπους που πέρασαν απαρατήρητοι .Ποτέ δεν θα μπορούσα να γράψω π.χ. για τον Ελευθέριο Βενιζέλο . Ναι μεν, με ενδιαφέρει να έχουν δραματική ζωή οι ήρωές μου , για να μπορεί να στηθεί λογοτεχνία , με νοιάζει να είναι άνθρωποι μυημένοι στην εποχή τους, αλλά επιδιώκω να είναι και αδικημένοι . Ερευνώντας και αναπτύσσοντας τις δικές μου σκέψεις και ευαισθησίες γύρω από αυτούς τους ήρωές μου ανατρέπω ή αναπροσαρμόζω μια εικόνα ή μια τρέχουσα αντίληψη ,που έχουμε για αυτούς .
Κ.Χ. Υπάρχει κάποια συνταγή που ωθεί κάποιον να ξεχωρίσει από τον σωρό και να αναδειχθεί σε προσωπικότητα του καιρού του .
Ρ.Γ. Όχι βέβαια , συνταγές μόνο στην μαγειρική υπάρχουν .
Κ.Χ. Εννοώ για να ξεχωρίσετε κάποιον από τον σωρό τον κρίνετε με στοιχεία της εποχής του ή με τα σημερινά φώτα , που εκ των υστέρων τα ρίχνετε επάνω στη δράση του ;
Ρ.Γ. Στην εποχή τους όλοι δρουν και συμπεριφέρονται σαν προσωπικότητες του καιρού τους . Σημασία έχει τι μένει από την κάθε προσωπικότητα , ποιο αποτύπωμα αφήνουν στον χρόνο. Η κάθε μια προσωπικότητα γύρω από την οποία στήνω την μυθοπλασία μου βίωσε ένα δράμα , με την έννοια ότι ήρθε σε πολύ δύσκολη θέση στην ζωή του και αυτό την ξεχώρισε και την ανήγαγε σε πρόσωπο της σκηνής. Είναι πρόσωπα που συγκρούστηκαν και άφησαν ένα ίχνος , ένα χνάρι ,που στην εποχή τους ήταν πολύ σημαντικό ,αλλά για διάφορους λόγους μετέπειτα τους τύλιξε μια λήθη . Πολλές φορές κρίθηκαν και αποδιοπομπαίοι . Και αναφέρω παραδείγματα ,όπως του Ισμαήλ Φερίκ Πασά που υπήρξε εξωμότης , του Ανδρέα Ρηγόπουλου ,που αν και επαναστάτης , λιποψύχησε από τον αγώνα και αυτοκτόνησε στην εκατονταετηρίδα της Γαλλικής επανάστασης , της Ελένης Αλταμούρα που ντύθηκε άνδρας για να σπουδάσει , απέκτησε εκείνη την εποχή δύο εξώγαμα παιδιά και έζησε στο περιθώριο στα γεράματά της .
Κ.Χ. Επιλέγετε να γράψετε για αυτούς επειδή θα διαθέτατε μεγαλύτερη ελευθερία στην ανάπλαση των βίων τους και της εποχής τους ή και γιατί οι άγνωστες αυτές ζωές σας δίνουν την ευκαιρία να «αυθαιρετήσετε» στην απόδοσή τους ….
Ρ.Γ. Όχι ,όχι . Η διαδικασία της λήθης είναι για μένα το κυρίαρχο. Γιατί ξεχνάμε ; Ποιο είναι το στοιχείο ,που μας κάνει να ξεχνάμε . Συνήθως υπάρχει κάτι το καταραμένο σε όλους αυτούς και αυτό υποδαυλίζει την λήθη ή μάλλον μια αλλαγή της εικόνας τους πολλές φορές ,που δεν συμβαδίζει με την εικόνα της εποχής τους , που ήταν πιο δυναμική και πιο μέσα στα πράγματα . Στην εποχή τους όλοι αυτοί ήταν σημαντικά πρόσωπα, επώνυμοι και αναδείχτηκαν αρκετά .
Κ.Χ. Η διαφορά είναι ότι ο λόγος σας για την ιστορία είναι ποιητικός , πεποικιλμένος , συχνά δίνει την αίσθηση του κομψοτεχνήματος . Δεν είναι ο λόγος των αρχείων , των ιστορικών καταγραφών.
Ρ.Γ. Δουλεύω με σεβασμό στα κριτήρια της ιστορίας ,αλλά είμαι προσηλωμένη στα κριτήρια της τέχνης , της λογοτεχνίας όταν γράφω. Το κάθε θέμα μου υπαγορεύει την δική του λογοτεχνική επεξεργασία . Κανένα μου μυθιστόρημα δεν είναι πανομοιότυπο με το άλλο . Το καθένα έχει το δικό του τρόπο . Ο Ισμαήλ έχει το περίτεχνο , το ανατολίτικο και το παραμυθένιο , κάτι το βαθιά ποιητικό . Ο Λουί ως ρομαντικός έχει στοιχεία από την ρομαντική αφήγηση που δίνει σημασία στο ημιτελές , το αποσπασματικό , τη μεγάλη φαντασία, το πεισιθάνατο , την επιστολογραφία. Στην Αλταμούρα(μια γυναίκα που κατηγορήθηκε ως τρελή) προσπάθησα να γράψω σε αντικριστούς μονολόγους , από τη μια τη λογική κατάθεση της ζωής της και από την άλλη τον ανατρεπτικό αντίλογο της ίδιας , ας πούμε τον διασαλευμένο. Στον «Αιώνα των λαβυρίνθων» ήθελα να γράψω για τα εκατό χρόνια της Κρήτης μέχρι την πτώση της χούντας (όπου τελειώνει και η ιστορία του αίματος για την χώρα ) και ανά εικοσαετία κράτησα στο πρώτο πλάνο μια φανταστική οικογένεια ,που όμως την τοποθέτησα μέσα στα ιστορικά γεγονότα .
Κ.Χ. Αραγε όλη αυτή η ιστορία του αίματος έχει επηρεάσει εμάς τους Ελληνες , μας ακρωτηρίασε ; Εχω την εντύπωση ότι ο Ελληνας δεν ενσωμάτωσε ποτέ την τραγωδία του , δεν την «εγκαρδιώθηκε» , δεν την εγκοπώλθηκε .
Ρ.Γ. Δεν είναι εύκολο να μιλήσουν οι άνθρωποι ακόμη. Στην Ισπανία είναι πολύ χειρότερα από ότι εδώ . Εκεί αρνούνται να μιλήσουν , επειδή ο Φράνκο έπεσε ομαλά , δεν σκαλίζουν εκείνη την εποχή .Οι συνειδήσεις δεν κινούνται γιατί δεν υπήρξε τίποτα επαναστατικό που να τις αφυπνίσει . Όπως π.χ. η οικογένεια του Λόρκα αρνείται να δώσει τα στοιχεία που να αφορούν την δολοφονία του κι αυτό έχει να κάνει και με την αριστερή του τοποθέτηση και με την ομοφυλοφιλία του .
Ο συγγραφέας δεν ψάχνει την αλήθεια ή το ψέμα ,αλλά ψάχνει τις διαφορετικές απόψεις και την σύγκρουση και το δράμα που προκύπτει για ένα γεγονός .
Κ.Χ. Μιλάτε με συγκλονιστική ευκρίνεια για παλαιότερες εποχές ,αλλά όσο πλησιάζετε στην σημερινή το αποτέλεσμα θαμπώνει . Γιατί ;
Ρ.Γ. Για την εποχή μετά την μεταπολίτευση δεν έχω προχωρήσει , παρά μόνο στο διήγημα . Όταν έγραφα τα τρία μου μυθιστορήματα με φόντο τον 19ο αιώνα κάποιοι υποστήριζαν ότι γράφω έτσι επειδή γράφω για περασμένα . Για οποιονδήποτε περίοδο κι αν γράψω πάντα είμαι η ίδια από πίσω και πάντα εκφράζω τους προβληματισμούς μου . Στην λογοτεχνική αφήγηση δεν υπάρχει ενεστώτας χρόνος , στην ποίηση καμιά φορά υπάρχει . Το παρελθόν είναι προϋπόθεση . Τώρα αν το παρελθόν αυτό είναι τωρινό ή μακρινό , βιωματικό ή ιστορικό ή ένας συνδυασμός και των δύο δεν έχει σημασία . Πάντως υπάρχει πάντα ένα παρελθόν από την στιγμή που κάποιος αφηγείται . Και οι χρόνοι της αφήγησης είναι ο αόριστος και ο παρατατικός και οι λοιποί παρελθόντες . Το ιστορικό εντάσσεται κι αυτό στον χρόνο της αφήγησης ,δηλαδή του παρελθόντος . Ο συγγραφέας που επιλέγει ένα πρόσωπο του παρελθόντος προβάλει την προβληματική της εποχής του , του δικού του κόσμου και της δικής του κοσμοθεωρίας σε αυτό .
Κ.Χ. Ενσωματώνετε δικές σας ιστορίες στην μυθιστορηματική πλοκή ;
Ρ.Γ. Ένα βασικό κίνητρο στον Ισμαήλ Φερίκ πασά ήταν η άρνησή μου να επιστρέψω και να ζήσω στην Κρήτη , η άρνηση του νόστου . Δεν ήθελα να γυρίσω , όσο κι αν με επέκριναν γι’ αυτό . Το βιβλίο αυτό ήταν μια προβληματική πάνω στο θέμα του νόστου ,ανάμεσα σε άλλα φυσικά . Στο Λουί ήταν μια προσωπική μου ανησυχία για το τί σημαίνει επανάσταση και τί έρωτας και πως συνδυάζονται αυτά μέσα στα πλαίσια του ρομαντισμού . Κι άρχισα να το γράφω ακριβώς με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης . Στην Ελένη πάλεψα ενάντια στα στερεότυπα, που διατηρούμε ως κοινωνία για τη γυναίκα . Στον Αιώνα των Λαβυρίνθων γράφω για την πόλη μου κι εκεί έχω ενσωματώσει αφηγήσεις για τον πατέρα μου . Και στο τελευταίο ασχολήθηκα με το τι σημαίνει γραπτός ή άγραφος νόμος .
Κ.Χ. Ποιό ήταν το κλικ για να συλλάβετε σωστά την εποχή ;
Ρ.Γ. Όταν ήμουν στο Πανεπιστήμιο μελέτησα πολύ τον 19ο αιώνα και είχα ένα τρόπο να τον καταλάβω και να μελετήσω τα κείμενά του . Είχα σκεφθεί να κάνω κι ένα ντοκτορά πάνω στην συνείδηση του τι είναι εθνικό . Ωστόσο τάφερε έτσι η ζωή μου και δεν προχώρησα . Πάντα υπήρχε η συγκίνηση για τον 19ο αιώνα . Για τον 20ο αιώνα έχω την αίσθηση του βιωμένου , υπάρχει υλικό τριών γενεών που μπορεί να υπαχθεί στο βιωματικό υλικό. Το κλικ για μένα είναι να έχεις δουλέψει πολύ μέσα σε βιβλιοθήκες και αρχεία , να έχεις προσεγγίσει την εποχή για την οποία γράφεις .Οσο πιο πολύ ερευνάς , μελετάς και μαζεύεις στοιχεία για το περιβάλλον του έργου που θα συγγράψεις , τόσο πιο πολύ αναδεικνύεις και την εποχή , και θα έχεις την δυνατότητα να προσεγγίσεις την σκηνογραφία της εποχής ,αλλά και τις ιδέες της , που είναι συχνά πολλά και συγκρουόμενα πράγματα και στα οποία επικρατεί εν τέλει μια ιδέα .
Κ.Χ. Εσείς καταξιωθήκατε ζώντας μεγάλο μέρος της ζωής σας στην περιφέρεια ;
Ρ.Γ. Εζησα πολύ κεντρικά στην Αθήνα και μάλιστα σε δύσκολα χρόνια ,παρέα με ανήσυχους και ριζοσπαστικούς ιδεολογικά κύκλους . Και πάντα κράτησα μια σχέση μαζί της από την Πάτρα ,όπου ζούσα περισσότερο . Ακόμη και μέχρι σήμερα πέρα από την συλλογική εθνική συνείδηση με ενδιαφέρει πάντα και η τοπική συνείδηση , στην οποία βρίσκω εξαιρετικά ενδιαφέροντα πράγματα . Στις δουλειές μου έχω δουλέψει με περιφέρεια. Η Αθήνα υπάρχει πάντα σαν σημείο διαλόγου , συχνά δύσκολου και οξέος . Και είναι συνειδητό αυτό , δεν το επέλεξα τυχαία. Οι περιφέρειες έχουν ισχυρές μυθολογίες και ισχυρά φαντάσματα . Βέβαια σήμερα ο κανόνας για το τι είναι λογοτεχνία διαμορφώνεται στην Αθήνα ,άσχετα με το αν υπάρχουν συγγραφείς στην περιφέρεια και μάλιστα σημαντικοί . Υπάρχει μια αντιπαλότητα με τον κανόνα της Αθήνας ,αλλά αυτή την στιγμή προκρίνονται αυτοί που ζουν στην Αθήνα.
Κ.Χ. Δεν περιορίζει η περιφέρεια την κλίμακα ;
Ρ.Γ. Όχι καθόλου , αλλιώς θα έγραφα για ένα διεθνές κοινό . Γράφοντας για την περιφέρεια , γράφω για την πατρίδα μου . Σημασία έχει πώς να το δουλέψεις αυτό και πως θα το παρουσιάσεις . Σημασία δεν έχει ούτε το θέμα , ούτε ο τόπος , αλλά ο τρόπος που δουλεύεις αυτό που γράφεις . Εξ άλλου ένα βιβλίο δεν είναι μόνο ο τόπος , είναι η γλώσσα κυρίως και χίλια δυο άλλα . Αν δεν ξεφύγει για να φτάσει σε ένα επίπεδο βαθύτερο και να αφορά και τον άλλο το βιβλίο δεν δικαιώνεται .
Κ.Χ. Είστε αποκλειστικής απασχόλησης συγγραφέας .
Ρ.Γ. Ναι , δεν απασχολούμαι επαγγελματικά με κάτι άλλο. Στο στάδιο της έρευνας επισκέπτομαι βιβλιοθήκες ,ταξιδεύω , συλλέγω ντοκουμέντα και μαρτυρίες , σημειώνω και καταγράφω . Όταν αρχίζω να γράφω αφιερώνω στην γραφή μεγάλο μέρος της ημέρας μου . Πάντως μου παίρνει τρία ως τέσσερα χρόνια ,γιατί αποδίδω μεγάλη σημασία στην έρευνα , αυτή σώζει τον λογοτέχνη και σώζει τα κείμενά του .
Κ.Χ. Με ποια μέθοδο δεν φαίνονται οι αρμοί , οι συγκολλήσεις των επιμέρους θεμάτων και πως το κείμενο αποκτά ροή και συνέχεια ;
Ρ.Γ. Δεν υπάρχει μέθοδος . Απαιτείται μαστορική , η οποία προκύπτει μόνο από την προηγούμενη θητεία στις αναγνώσεις και την μελέτη των μεγάλων συγγραφικών προτύπων που θαυμάζουμε και παραδεχόμαστε . Να τους παρατηρούμε και να τους μελετούμε .
Κ.Χ. Εχετε ασχοληθεί καθόλου με την δημιουργική γραφή .
Ρ.Γ. Οχι ,αλλά δεν θα το ήθελα κιόλας .Το βασικό είναι να αγαπάς την λογοτεχνία και να προσπαθείς να συλλάβεις τα μεγάλα συγγραφικά σου πρότυπα . Για μένα κάποτε ήταν η Γκιουρσενάρ και ο Μάρκες . Βεβαίως αγάπησα τους Γάλλους του 19ου αιώνα και τους Αγγλοσάξωνες του 20ου . Βέβαια και τους μοντερνιστές. Επίσης ξαναδιάβασα τους Ελληνες του 19ου αιώνα και υπήρχε πάντα μια εσωτερική αναφορά σε αυτούς( Γ. Βιζυηνό , Α. Παπαδιαμάντη κ.α. ). Από τους Ελληνες εκτιμώ τον Αλεξάνδρου και τον Τσίρκα και μένω εκεί , γιατί δεν θέλω να αναφερθώ στους ζώντες .
Κ.Χ. Που πηγαίνουμε ως ελληνική κοινωνία , τι σας ανησυχεί ;
Ρ.Γ. Ανησυχώ με το νέο εθνικισμό , αναπτύσσεται πολύ . Ο νεοεθνικισμός αυτός σε συνδυασμό μ’ έναν στείρο εκκλησιαστικό λόγο, που είναι ανιστόρητος και ειπηρμένος, δημιουργούν προϋποθέσεις για να ευδοκιμήσει ένας έρπων φασισμός . Και ενώ οι πολιτικοί θεσμοί έχουν ισορροπήσει και είμαστε σε μια ομαλή πορεία τα σκοτεινά σημεία έχουν μετατοπιστεί πια και δεν είναι σε φανερή αντιπαλότητα ,αλλά σε μια υπόγεια αντιπαλότητα . Φοβάμαι ότι συντηρείται ένας ύπουλος διχασμός του κόσμου , ανάμεσα στους πιο δημοκρατικούς και στους πιο συντηρητικούς . Η ελευθερία του λόγου και της τέχνης είναι μια αιματηρή κατάκτηση του δυτικού ανθρώπου και σήμερα δέχεται επιθέσεις , όχι μόνο στην Ελλάδα ,αλλά και στην Ευρώπη (δέστε την λογοκρισία του Μότσαρτ στο Βερολίνο ,όπου φοβήθηκαν μήπως το ανέβασμά του ενοχλήσει τους Μουσουλμάνους) . Δεν θέλω να πω ότι φοβάμαι ,αλλά ο δυτικός άνθρωπος οφείλει να πολεμήσει τους διάφορους ταλιμπανισμούς από όπου κι αν προέρχονται . Αλλά αισθάνομαι και πως η τέχνη σε κάθε εποχή πρέπει να πολεμήσει κάτι ,με τους τρόπους της κάθε φορά .

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα